Skip to content

Γιατί δοξάζουμε την εργασιομανία και παραβλέπουμε την ξεκούραση

Σχεδόν 1 στους 2 αμερικανούς εργαζόμενους δεν χρησιμοποιούν όλες τις μέρες της άδειάς τους σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα από το έγκυρο Pew Research Center. Οι εργαζόμενοι θέτουν ως εμπόδιο στην άδεια ότι “έχουν πάρα πολλά να κάνουν”, ότι “ανησυχούν μήπως μείνουν πίσω στη δουλειά τους” και οτι “διστάζουν να ζητήσουν κάλυψη από τους συναδέλφους κατά τη διάρκεια της απουσίας τους”.

Φυσικά αυτό δεν ισχύει μόνο στις ΗΠΑ αλλά παντού, όπως και στη χώρα μας – είναι πάρα πολύ οι συνάδελφοι που άμα ερωτηθούν θα αποκαλύψουν ότι “κρατάνε” ή έχουν χάσει κιόλας, πολλές μέρες άδεια.

Όμως ακόμα πιο αποκαλυπτικό είναι αυτό που δεν λέγεται – και συχνά δεν αναγνωρίζεται: Ότι πολύ από μας, προτιμάμε να αισθανόμαστε πολυάσχολοι, παρά να έχουμε τύψεις ότι δεν δουλεύουμε αρκετά. Προτιμάμε να έχουμε ένα εκατομμύριο πράγματα να κάνουμε παρά να αισθανόμαστε άσχημα ότι έχουμε “λίγα” ή “τίποτα” να κάνουμε. Προτιμάμε δηλαδή να είμαστε πολύ απασχολημένοι, παρά υπο-απασχολημένοι.

Οι ψυχολόγοι διατείνονται ότι με την υπεραπασχόληση αισθανόμαστε ότι είμαστε άξιοι, δημιουργικοί, εργατικοί. Η δουλειά μας, δεν είναι απλά ένας τρόπος να βγάζουμε τα προς το ζην, αλλά να αποδεικνύουμε την αξία μας στους άλλους και στον εαυτό μας.

Η υπέρ – απασχόληση με τα εργασιακά μας καθήκοντα, που αλλιώς λέγεται και “εργασιομανία”, χρησιμεύει και σε πολλά άλλα. Μας βοηθά να αποφεύγουμε δυσάρεστα συναισθήματα, όπως αβεβαιότητα, άγχος, μοναξιά, θλίψη, ένα αίσθημα κενού – αισθήματα που μπορεί εύκολα να έρθουν στην επιφάνεια όταν δεν έχουμε τίποτα να κάνουμε.

Ακόμα κι αν δεν μας αρέσει η δουλειά μας ιδιαίτερα, αν δεν τρελαινόμαστε γι’ αυτήν, συχνά αισθανόμαστε ότι μας δημιουργεί λιγότερο άγχος από το να ασχολούμασταν με άλλα θέματα. Έτσι, καταλήγουμε να κάνουμε το χατίρι των ανωτέρων μας, που φυσικά θέλουν από μας την υπέρ-προσπάθεια.

Το να είναι κάποιος workaholic, σαν αλκοολικός δηλαδή με τη δουλειά του, σύμφωνα με τους ψυχολόγους, είναι μια ψυχαναγκαστική διαταραχή. Υποδηλώνεται όταν θέτουμε υπερβολικές απαιτήσεις στον εαυτό μας, όταν δεν μπορούμε να ρυθμίσουμε τις ώρες και τις μέρες δουλειάς μας και με μία ευκολία “δίνουμε τα πάντα” στη δουλειά, ταυτόχρονα αφήνοντας απέξω σχεδόν όλες τις άλλες δραστηριότητες της ζωής. Αυτή η συμπεριφορά είναι για πολλούς από μας ένας τρόπος να αναισθητοποιήσουμε τον εαυτό μας, να μην νιώθουμε δυσάρεστα συναισθήματα.

Αυτό όμως στην ουσία, κάνουν όλα τα “ναρκωτικά”: Ναρκώνουν το συναίσθημα, κάνουν τον άνθρωπο να μη νιώθει και να μη σκέφτεται τίποτα δυσάρεστο. Το αποτέλεσμα αυτό δεν φέρνουν μόνο οι παράνομες ουσίες. “Ναρκωτικό” είναι και η υπερβολική εργασία, το αλκοόλ, η εξάρτηση από το ίντερνετ, τα βιντεοπαιχνίδια, η εξάρτηση από το φαγητό, από τα ψώνια και χίλιες άλλες δύο δραστηριότητες που τις κάνουμε σε υπερβολικό βαθμό – με σκοπό υποσυνείδητα συνήθως, ή ασυνείδητα, να ξεφύγουμε από συναισθήματα που δεν μας αρέσουν. Από υπαρξιακά ερωτήματα, ερωτήματα αν είμαστε ευχαριστημένοι με τη ζωή μας, με το σύντροφό μας, με το αν τα παιδιά μας τα πάνε καλά και χίλια δύο άλλα δύσκολα θέματα που χρήζουν αντιμετώπισης στη ζωή και συχνά προτιμάμε να τα διώχνουμε από το μυαλό μας, λέγοντας, για παράδειγμα, ότι έχουμε πολλή δουλειά…

Αυτό όμως που ξεχωρίζει το workaholism από άλλες μορφές εξάρτησης – ειδικά στην καπιταλιστική κοινωνία που ζούμε σήμερα, η οποία επιβραβεύει το χρήμα πάνω απ’ οτιδήποτε άλλο – είναι ότι η εργασιομανία δεν είναι μόνο κοινωνικά αποδεκτή, αλλά επιβραβεύεται υλικά και κοινωνικά. Εκτός αν έχουμε κάνει την απαραίτητη δουλειά με τον εαυτό μας ή με τη βοήθεια κάποιου ειδικού, για να καταλάβουμε τους λόγους πίσω από την εργασιομανία μας, οι περισσότεροι συνεχίζουμε να τροφοδοτούμε αυτή μας την εξάρτηση χωρίς καν να καταλαβαίνουμε ότι την έχουμε.

Είναι γνωστό σε όλους ότι στον κόσμο των επιχειρήσεων επιβραβεύονται περισσότερο απ’ όλους αυτοί που σπρώχνουν τον εαυτό τους εκτός ορίων, περισσότερο απ’ οποιονδήποτε. Λέμε ότι είμαστε παθιασμένοι με αυτό που κάνουμε, ότι δεν το νιώθουμε σαν δουλειά, ότι προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, ότι κάνουμε μια θετική διαφορά στη ζωή των ανθρώπων. Παρόλα αυτά η εργασιομανία δεν παύει να είναι εξάρτηση και ο πιο εύκολος να αισθάνεται κάποιος ότι αξίζει και να αποφεύγει να ανταποκριθεί και να ανταπεξέλθει σε δύσκολες καταστάσεις και συναισθήματα.

Οι εξοντωτικοί ρυθμοί εργασίας και το να σκέφτεται κανείς συνεχώς τη δουλειά του, στο τέλος έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Με το πέρασμα του καιρού μειώνει την παραγωγικότητα, αυξάνει το συναίσθημα της κόπωσης, ακόμη και την πιθανότητα να αρρωστήσει κάποιος. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, σε μία έρευνα που έκανε το 2021, το να δουλεύουμε 55 ή περισσότερες ώρες την εβδομάδα – σε σχέση με τις 35-40 ώρες – αυξάνει κατά 35% τον κίνδυνο εγκεφαλικού και κατά 17% τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής.

Τι μπορούμε να κάνουμε αν αρχίσουμε να αισθανόμαστε ότι είμαστε εργασιομανείς

Κατ’ αρχάς να αναγνωρίσουμε το βαθμό στον οποίο δουλεύουμε ψυχαναγκαστικά. Μπορούμε να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας: Όταν δουλεύεις πολλές ώρες, πόσο καθαρό αισθάνεσαι το μυαλό σου; Πόση κούραση αισθάνεσαι; Πώς είναι η διάθεσή σου μετά από πολύωρη εργασία; Και τι κόστος έχει αυτό για τους άλλους στη ζωή σου;

Μπορούμε επίσης να δώσουμε μεγαλύτερη σημασία στον ύπνο και την γυμναστική. Εφτά ώρες ύπνος κάθε βράδυ τουλάχιστον και ένα μισάωρο γυμναστικής την ημέρα μπορούν να κάνουν θαύματα για το μυαλό και την ψυχολογία μας. Το σώμα μας είναι το καλύτερο βαρόμετρο για να δούμε αν χρειάζεται να φορτίσουμε τις μπαταρίες μας και να ξεκουραστούμε, αλλά δυστυχώς τις περισσότερες φορές αγνοούμε τα σήματα που μας δίνει.

Ευχάριστες δραστηριότητες, όπως το κολύμπι, οι βόλτες, οι εκδρομές, οι συναντήσεις με φίλους, η ενασχόληση με την οικογένεια, όλα αυτά είναι πάρα πολύ σημαντικά και πρέπει να τα κάνουμε με πρόγραμμα, δηλαδή να τα ξεκινήσουμε και να τα βάζουμε συγκεκριμένες μέρες και ώρες την εβδομάδα.

Οι άνθρωποι δεν είμαστε προγραμματισμένοι να λειτουργούμε όπως οι υπολογιστές, σε τεράστιες ταχύτητες, συνεχώς, για μεγάλες χρονικές περιόδους. Σύμφωνα με τους ειδικούς φτάνουμε το μάξιμουμ της απόδοσης μας μετά από μιάμιση ώρα δουλειάς και μετά χρειαζόμαστε επειγόντως διάλειμμα.

Όπως είπαμε και νωρίτερα, δεδομένου του πόσο η εργασιομανία επιβραβεύεται στην κουλτούρα μας, είναι λογικό να αισθανόμαστε ένοχοι και να μας δημιουργεί άγχος όταν δίνουμε στον εαυτό μας χρόνο να ξεκουραστεί και να ανανεωθεί. Αλλά αντί να σηκωθούμε και να πάμε πάλι στη δουλειά, ας δοκιμάσουμε να καθίσουμε λίγο παραπάνω κι ας αισθανόμαστε ενοχές ότι δεν είμαστε σωστοί, ότι τεμπελιάζουμε. Αυτό το συναίσθημα δεν είναι πραγματικό και αν επιμείνουμε, θα εξαφανιστεί. Θα δούμε ότι αυτά που φοβόμαστε αν δεν εργαζόμαστε εξουθενωτικά δεν θα συμβούν, δεν θα μας πει κάποιος ανάξιους, ούτε θα αποδειχθούμε τεμπέληδες.

Είναι απίστευτο το πόσα μπορούμε να προσφέρουμε στον εαυτό μας αν του δώσουμε αυτές τις έξτρα στιγμές ανάπαυσης.

No comment yet, add your voice below!


Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *